ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΑΣ

Τα βουνά της Ικαρίας, έχουν φτάσει σε ένα οριακό σημείο αποδάσωσης και ερημοποίησης, ειδικά η δυτική Ικαρία σε πολλές περιοχές της, έχει διαβρωθεί και ερημοποιηθεί υπερβολικά και ανεπίστρεπτα. Με τις παρούσες παγκόσμιες δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες ορθώνεται για μας τους Ικαριώτες επιβεβλημένη η ανάγκη να αντιστραφεί η αποδάσωση και ερημοποίηση. Δεδομένου μάλιστα ότι από τις διεθνείς πολιτικές για το περιβάλλον (ΟΗΕ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Διεθνείς περιβαλλοντικές οργανώσεις), αυξάνονται οι πιέσεις προς τη χώρα μας, για να συμμορφωθεί με τις διεθνείς συμφωνίες που έχει υπογράψει, ήρθε η ώρα και για μας να αναμετρηθούμε με τις ευθύνες που μας αναλογούν, συστρατεύοντας τους αρμόδιους φορείς αλλά και τους πολίτες, με την στήριξη των οποίων και μόνο, μπορούν να καρποφορήσουν οι προσπάθειες διάσωσης και ορθολογικής διαχείρισης του τοπικού περιβάλλοντος, στα κρισιμότερα επιχειρησιακά πεδία: την ανακύκλωση των απορριμμάτων, την χωροθέτηση των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων(ΧΥΤΥ), και την αποκατάσταση των αναξέλεκτων χωματερών. Την προστασία του ανθρωπογενούς παραδοσιακού περιβάλλοντος (μονοπάτια, γεφύρια, αναβαθμίδες, κατοικίες κτλ.) που σήμερα συστηματικά ξηλώνονται και αντικαθίστανται με τσιμέντο. Την προστασία των δασών από την παράνομη βόσκηση και υλοτόμηση και την παντελή απόσυρση των ζώων από τις κατεστραμμένες περιοχές.

Η Ελλάδα μας, έχει πολλές αρνητικές πρωτιές μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μεταξύ αυτών είναι ότι έχει τα λιγότερα δάση συγκριτικά πάντα με την έκταση των εδαφών της, και τα περισσότερα κατσίκια.

Ληστρικές υλοτομίες, εκτεταμένες εκχερσώσεις, η υπερβόσκιση και η φωτιά εξαφάνισαν περίπου 20 εκατομμύρια στρέμματα δασών τα τελευταία 120 χρόνια.

Τα ποσοστά δασοκάλυψης ήταν το 1928  32%, το 1985 19%, και το 2006 κατέβηκε στο 17%.

Και η Ικαρία είναι μια μικρογραφία της Ελλάδας. Η καταστροφή των δασών της άρχισε από πολύ νωρίς, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος, προκειμένου να φτιάξει ναυτικό στόλο για τις ανάγκες της κυριαρχίας του, κατάκοψε τα δάση από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Η αποδάσωση συνεχίστηκε έντονα και κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα, επί Βυζαντινής εποχής και αργότερα επί τουρκοκρατίας γιατί ο πληθυσμός του νησιού από το φόβο της πειρατείας κατέφυγε και διαβιούσε μόνιμα στα βουνά.

 

 

ΤΑ ΙΚΑΡΙΑΚΑ ΔΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ

            

 «…Οι κατσίκες στην Ελλάδα που βόσκανε τα χλωρά κλαριά προτού να πάρουν επάνω τους, απογύμνωσαν όλα τα βουνά της χώρας…εμποδίζουν την αναδάσωση της Ελλάδας»

                                            Φρειδερίκος Ένγκελς 1876

 

Τα βουνά και τα δάση της Ικαρίας, συνδέθηκαν στενά από την οθωμανική περίοδο με την οικονομία του νησιού, με την γεωργική, την κτηνοτροφική δραστηριότητα και για μια μεγάλη σχετικά περίοδο με την παραγωγή ξυλανθράκων που έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη του εμπορίου και της εμπορικής ναυτιλίας του νησιού. Η εντατικοποίηση της υλοτόμησης για την παραγωγή ξυλοκάρβουνων και της κτηνοτροφίας, φτάνοντας σε επικίνδυνα επίπεδα την περίοδο αυτή, προκάλεσαν ως φαίνεται για πρώτη φορά το ενδιαφέρον για τον περιορισμό των δραστηριοτήτων αυτών και την προστασία των δασών. Για την κατάσταση της περιόδου αυτής, και της πρωτοβουλίες για την περιβαλλοντική προστασία του νησιού, αξίζει να παραθέσουμε εδώ ορισμένα σημεία από τους ιστορικούς του νησιού μας και έγγραφα της εποχής.

 

Όπως σημειώνει σχετικά ο Χαράλαμπος Παμφίλης, «Τα απέραντα δάση της νήσου ανέκαθεν αντεστρατεύοντο προ το συμφέρον των ποιμένων, οίτινες επεθύμουν να είναι η γης ασκεπής δέντρων, όπως βλαστάνη  χλόη δια τροφήν των ζώων, αλλά και η προπαρασκευή εργασίας προς σποράν δημητριακών έφερε το αυτό ολέθριον δια τα δάση αποτέλεσμα και εκ της αφθόνου ξυλείας έξησαν οι Ικάριοι κατ΄αρχάς επιτοπίως την τέχνη της ανθρακοποιϊας, χάριν της οποίας διετηρούντο ωρισμένα ιστιοφόρα προωρισμένα, όπως μεταφέρουσι το εμπόρευμα τούτο εις Χίον και Σμύρνην..» (Παμφίλης Χ., Ιστορία της Νήσου Ικαρίας, 1980, σ. 109).

‘Όπως σημειώνει από τη δική του οπτική ο Ι.Μελάς, παρουσιάζοντας και διασταυρώνοντας στοιχεία από διάφορες πηγές, μεταξύ των οποίων και έκθεση της Γεωργικής Υπηρεσίας,(έκθεση του γεωπ. Δ. Δημητριάδη) και σχετικές αναφορές του Σταματιάδη, «Η ανθρακοποιϊα, αρχαία,…επίδοσις, αποτέλεσε και εις τους καιρούς της Β΄Τουρκοκρατίας, βασικήν βιοτικήν απασχόληση των Ικάριων. Εκπατρίζονται δια μακρόν ή βραχή διάστημα, άλλοι δια γεωργικάς ή ανθρακευτικάς εργασίας από την άνοιξιν μέχρι του φθινωπόρου και άλλοι δια μονιμοτέρας εργασίας εις το εξωτερικόν ή εις την ναυτιλίαν».

«Οι απομένοντες κυρύσσουν αμείλικτον πόλεμον κατά των δασών, όπου μεταβάλουν και το τελευταίον δένδρον εις άνθρακα, και το Ταυροπόλιον εις άσβεστον, και την νήσον εις φαλακρόν βράχον εις την διάθεσην των ανέμων και των καταιγίδων». «Ταύτα δε συντελούσιν όπως οι Ικάριοι έχουσιν ανεπτυγμένον εμπόριον ένεκα των ανθράκων μάλιστα προς διάφορα μέρη της Τουρκίας, Αιγύπτου και της Ελλάδος, και οποσούν αξιόλογον ναυτιλίαν, ήτοι 4 μεγάλα πλοία, 5-6 ημιολίας και περί 200 μικρά πλοιάρια» ( Μελάς Ι. Ιστορία της Νήσου Ικαρίας, 2001, σ. 195-196).

Εκτός από την υλοτόμηση για την παραγωγή ξυλανθράκων, σοβαρή απειλή για το φυσικό περιβάλλον του νησιού φαίνεται να αποτέλεσε εκ παραλλήλου η ανεξέλεγκτη εκτροφή ζώων, όπως μπορεί να εξαχθεί από σχετικό έγγραφο, του 1844, προερχόμενο από την αρμόδια περιφερειακή τουρκική αρχή.

«Ο  Υψηλότατος Μουχαβούζης της Ρόδου και των Σποράδων Νήσων Χασάν Πασάς.

Εις την νήσον Ικαρίαν. Προς Δημογέροντας και λοιπούς κατοίκους ραγιάδες όλων των χωρίων.

Δια του παρόντος ημών υψηλού ορισμού σας κάμνομεν γνωστόν, ότι προλαβόντος σας είχομεν διατάξιν ίνα περιορίσετε τα ζώα σας όλα να μην κάμνουν ζημίαν εις τα χωράφια, περιβόλια και αμπέλια των πτωχών ραγιάδων, αλλά ακούομεν πάλιν παράπονα του λαού ένεκα των ζώων σας. Όθεν και αύθις σας διατάττομεν ίνα εύρηται ένα μέρος της νήσου ανάλογον δια τα ζώα και να συνεννοηθήτε όλοι όσοι έχετε μάνδρας να τα περάσετε τα κατζίκια και πρόβατα σας δια να μην προξενούν ζημίας, και καθένας να προσπαθήσει να φυτεύσει αμπέλια, περιβόλια, δένδρα διάφορα οπού να δίδουν καρπόν, και κάθε άλλο ωφέλιμον φυτόν, και ανίσως δεν γίνει τόπος δια τα ειρημένα ζώα περάσετέ τα εις άλλον μέρος να φύγουν διόλου από το νησί, ή πωλήσετέ τα να λείψουν διόλου, και περιμένομεν περί τούτου απόκρισιν σας με πρώτον, εις το ενάντιον δε θέλομεν στείλη εν έτερον διάταγμα μας δια του οποίου να δώσωμεν άδειαν εις όλους αυτούς τους μη έχοντας μάνδρας, να βάλουν αρχήν να σκοτώνουν τα ειρημένα ζώα, τα οποία αφού σκοτώνουν να τρώγουν το κρέας των, να παίρνουν και τα δέρματα των χωρίς να δυνηθή τινας να τους αντισταθή καθότι θέλομεν στείλη και μίαν πεντηκονταρχίαν ώστε να μην δυνηθεί τινάς ν΄αντιτείνη. Λάβετε όθεν τα ανάλογα μέτρα, και γράψετέ μας με πρώτον τι σκοπόν έχετε, δια να μη παραπονήσθε μετά ταύτα. Ούτω ποιήσατε εξ αποφάσεως.

1844 μαγιού 25 από το Διβάνι, (μελάς Ι. ο.π., σ. 189).

Χαρακτηριστική φαίνεται να είναι επίσης και η περίπτωση

Εγγράφου Τούρκου αγά του νησιού προς παρανομούντα Ικάριο ανθρακέα με έμμετρο απειλή:

«Μαστρ΄Αλεξαντρή Φυσίδα, μη σκοτώνεις το ρουμάνι μας, /μη…./Γιατί αν μπλέξεις εις τα χέρια μου άσχημα θα ξεμπλέξεις/Θα σου στείλω τον Αράπη!» (ο.π., σ. 197).

Με σκοπό επίσης τον περιορισμό της δασικής εκμετάλλευσης για την προστασία των δασών φαίνεται να εκδόθηκε, το 1795, σχετικό «Ψήφισμα των Ικάριων», το οποίο προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την επιβολή περιορισμών στην εκμετάλλευση των δασών και στην ανθρακοποιία και την επιβολή προστίμων και σωματικών τιμωριών στους παραβάτες («γρόσια 150 και ξυλιές εκατόν»). Για τον ίδιο σκοπό, φέρεται να υπήρξε και μεταγενέστερο έγγραφο, του 1833, (ο.π., σ. 197).

Η καταστροφή των δασών φαίνεται να κορυφώθηκε με την ανάπτυξη της τοπικής εμπορικής ναυτιλίας, η οποία υποβοηθούμενη από το διαμετακομιστικό εμπόριο των ξυλανθράκων, φέρεται να αριθμούσε την περίοδο αυτή: «ικανάς δεκάδας ίσως και εκατοντάδας ιστιοφόρων μεγάλου σχετικού εκτοπίσματος από 30-500 τόνων» βασισμένη σε συνεταιρική βάση. (ο.π. σ. 197). «Αλλά τότε ακριβώς», όπως σημειώνει ο Μελάς, «εσφαγιάσθησαν κυριολεκτικώς τα πλούσια δάση της νήσου. Τα οποία είχε διασώσει κατά τους προηγούμενους καιρούς, η έλλειψις πρόσφορων μέσων μεταφοράς, όπως και η πολλή μέριμνα των προεστών αλλά και της τουρκικής εξουσίας» (ο.π. σ. 195).

«Εννοείται», όπως σημειώνει ο Χ.Παμφίλης, «ότι όταν από του 1860 τα πλοία ηυξήθηκαν και εις αριθμόν και εις χωρητικότητα, τα Ικαριακά δάση είχον κατά το πλείστον αποψιλωθεί και τότε μόνον κατόπιν μάλιστα φιλονεικιών των τριών Δήμων της νήσου, αποφάσισαν αι Δημαρχίαι να εμποδίσουν την επιτόπιον υλοτομίαν προς περίσωσιν των και σήμερον σωζομένων τριών μεγάλων δασών του Ράντη της Μεσαρίας, της Φάρδης του Φαναρίου και των ραχών της Πέρα-Μεριάς. Οι δε Ικάριοι ανθρακοποιοί εξήσκουν το επάγγελμα αυτών εις τα παρθένα τότε  δάση των παραλίων της Μικρασίας» (Παμφίλης Χ., Ιστορία της Νήσου Ικαρίας, 1980. σ. 148)

Η επιτόπια δραστηριότητα της ανθρακοποιϊας, φαίνεται να υπήρξε σημαντική ακόμα και την περίοδο της Ικαριακής Επανάστασης και της ανακήρυξης του νησιού σε ανεξάρτητη Πολιτεία, αφού ανάμεσα στους προσόδους της Ελεύθερης Πολιτείας της Ικαρίας, ως την ενσωμάτωση του νησιού με την Ελλάδα, φέρεται να ήταν και η παραγωγή ξυλάνθρακα, για την οποία είχε επιβληθεί φορολογία 3 γροσίων ο στατήρας. (ο.π., σ. 282-283).

«Χωρίς πλέον δάση προς εκμετάλλευσιν και με κατεστραμμένην την ναυτιλία», όπως παρατηρεί καταλητικά σε άλλο σημείο ο Ι.Μελάς, «οι Ικάριοι περιήλθον εις πρωτοφανές αδιέξοδον. Και δεν τους επέμεινεν άλλη βιοτική λύσις, εκτός από εκείνη του εκπατρισμού. Και μοίρα των έγινε η έξοδος». (ο.π., σ. 197).

 

ΤΑ ΔΑΣΗ ΤΗΣ  ΙΚΑΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ 20Ο    ΣΤΟΝ 21Ο    ΑΙΩΝΑ

 

Παρά τις πρωτοβουλίες των ελληνικών δημοτικών αρχών για τον περιορισμό της υλοτομίας και την προστασία των δασών, η αποψίλωση των δασικών περιοχών συνεχίστηκε και στη μεταγενέστερη περίοδο, με την ενσωμάτωση της Ικαρίας στο ελληνικό κράτος, έχοντας σαν κύρια αιτία την υπερβόσκιση των δασών αλλά και συνάμα το φαινόμενο των σκόπιμων και μη πυρκαγιών. Φαινόμενο που έχουν ενισχύσει σήμερα σε συχνότητα και καταστροφικότητα οι κλιματικές αλλαγές που έχουν προκύψει από την αυξανόμενη ενεργειακή χρήση ορυκτών καυσίμων και την παραγωγή προϊόντων που ρυπαίνουν το περιβάλλον, καταστρέφοντας το όζον και προκαλώντας το λεγόμενο «φαινόμενο του θερμοκηπίου».

Φτάνοντας στα μέσα του περασμένου αιώνα, την περίοδο του Εμφυλίου, ορισμένες δασικές περιοχές της Ικαρίας παραδόθηκαν σκόπιμα στις φλόγες από τις δυνάμεις της χωροφυλακής, στην προσπάθειά των αποσπασμάτων να ελέγξουν την δραστηριότητα των ανταρτών μαχητών. Την περίοδο αυτή, όπως προκύπτει από σχετικές μαρτυρίες, τέθηκε υπό εμπρησμό μια μεγάλη σχετικά δασώδη περιοχή κοντά στον Μαύρο Εγκρεμνό που χρησιμοποιήθηκε ως κρησφύγετο των καταδιωκόμενων ομάδων ανταρτών. Συγκεκριμένα, μια μεγάλη σχετικά δασώδης ζώνη του μεγάλου δάσους με τις κουμαριές, μεταξύ των περιοχών της Αρέθουσας, του Δρούτσουλα και της Γλύνης, αρχίζοντας από την περιοχή του Παπά Αντριά τις Μάντρες στα Γρέλια της Αρέθουσας έως την Μεσόραχη στην γειτονική πλευρά του Δρούτσουλα και της Γλύνης, αλλά και ως φαίνεται ψηλότερα των περιοχών αυτών προς την κατεύθυνση του Αι Στάθη στην περιοχή της Μεσαριάς. Λίγο μεταγενέστερα του Εμφυλίου, κάηκε επίσης μια άλλη περιοχή με κουμαριές πάνω από την Αρέθουσα, προς τις κορφές του Αθέρα, ξεκινώντας από πυρκαγιά σε καμινότοπο κατοίκου της Αρέθουσας, καθώς η παραγωγή κάρβουνου φαίνεται να συνεχίστηκε σε μικρό βαθμό. Την ίδια περίοδο, (δεκαετία του 1950) κάηκε και η περιοχή του Παπουτσοκρύφτη νότια του Φραντάτου, και έκτοτε λόγω των κατσικιών δεν έγινε δυνατή η φυσική αναδάσωση της περιοχής. Παραμένει για δείγμα μόνο ένα δέντρο βαλανιδιάς που γλίτωσε  τότε της πυρκαγιάς.

Φτάνοντας στην τελευταία δεκαετία του 20ου  αιώνα, η Ικαρία αντιμετώπισε την καταστροφική μανία των πυρκαγιών του 1993. Πυρκαγιές που αποτέφρωσαν μεγάλη έκταση στην περιοχή του Αγίου Κηρίκου (Αγ. Παντελεήμονας, Χριστός, Γλαρέδες, Λευκάδα, Μοναστήρι και Ξυλοσύρτης) και που στάθηκαν αιτία να χαθούν 13 ανθρώπινες ζωές.  Πυρκαγιές σημειώθηκαν και αργότερα, ακολουθώντας τη γενικότερη έξαρση του φαινομένου στην υπόλοιπη Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο, γινόμενες από τις ισχυρότερες αιτίες υποβάθμισης του καριώτικου περιβάλλοντος , μαζί με την συνεχιζόμενη υπερβόσκιση και την αποίμενη βόσκηση των δασών. Το ειδικό βάρος των τελευταίων στην καταστροφή των δασών φαίνεται μάλιστα να ενισχύθηκε από το υπάρχον σύστημα των Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, οι οποίες στερούμενες κριτηρίων για την προστασία του τοπικού περιβάλλοντος, εν αντιθέσει με τους περιβαλλοντικούς στόχους της Ε.Ε., έχουν επιφέρει την αύξηση του αριθμού των εκτρεφομένων ζώων, πέραν από τα φυσικά όρια του ικαριακού περιβάλλοντος.

Οι επιπτώσεις από την ανεξέλεγκτη, αποίμενη βόσκιση, είναι ορατές από την παρατηρούμενη αποψίλωση διαφόρων περιοχών, όπως σε περιοχή των Ραχών (Κουνιάδων-Βρακάδων) για την οποία έγινε προσπάθεια αναδάσωσης με πρωτοβουλία των κατοίκων και συμμετοχή εθελοντών. Το ίδιο και στο αρχαίο δάσος του Ράντη, για τη διάσωση του οποίου έχει παρθεί απόφαση της Διεύθυνσης Δασών Σάμου απαγόρευσης βόσκησης για τρία χρόνια, που όμως παραμένει ανεφάρμοστη λόγω αδυναμίας εφαρμογής της από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και αδιαφορίας των εμπλεκομένων με την παράνομη βόσκηση κτηνοτρόφων. Επίσης υπάρχει  ομόφωνη απόφαση του Νομαρχιακού Συμβουλίου του Νομού Σάμου (Δελτίο Τύπου, 23-11-2007) για την εφαρμογή των προτάσεων σχετικής μελέτης βοσκοϊκανότητας Ικαρίας, που πραγματοποιήθηκε από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών,  για την καλύτερη αξιοποίηση των προγραμμάτων του ΕΠΑΑ, προτάσεις που όμως η αξιοποίησή τους σκοντάφτει στην υλοποίησή τους.

 

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ  ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

 

Αντιμέτωποι με τα προβλήματα, που δημιουργεί η υπάρχουσα αδυναμία του κράτους να προστατεύσει το περιβάλλον και να εφαρμόσει τους νόμους, αλλά αντιμέτωποι και με την αδιαφορία ορισμένων κύκλων του τοπικού πληθυσμού, εννοείται έχουν μεγάλη σημασία οι κινητοποιήσεις των πολιτών και οι παρεμβάσεις των διαφόρων οικολογικών οργανώσεων με στόχο τη διάσωση και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος. Κινητοποιήσεις όπως εκείνη της δημιουργίας καστανιώνα, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στην Αρέθουσα, όπως και των σχετικά μεγαλύτερων πρωτοβουλιών αναδάσωσης που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, μετά τις πυρκαγιές του 1993, από το Σύλλογο Νεολαίας Ικαρίας, το 1994 και το 1998 (Άγιο Κήρυκο, Πέζι, Καρκινάγρι), και των κατοίκων των χωριών Κουνιάδιων- Βρακάδων και της Κίνησης Πολιτών Ραχών, το 2001, για την περίφραξη και την αναδάσωση των γύρω περιοχών των Ραχών, το 2001, που έχουν αποψιλωθεί από την υπερβόσκιση. Προσπάθεια που, ας σημειωθεί, έτυχε της στήριξης και των αρμοδίων κρατικών αρχών, με τη διάθεση υλικών περίφραξης και δέντρων και πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή διαφόρων ομάδων εθελοντών από τον τοπικό πληθυσμό αλλά και με τη συμμετοχή μεγάλης ομάδας εθελοντών φοιτητών από τη Θεσσαλονίκη, μετά από σχετική έκκληση της Κίνησης Πολιτών Ραχών.

 

Αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στις κινητοποιήσεις των πολιτών του νησιού, παραθέτουμε εδώ ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα, από διήγηση του Χρήστου Παριανού, πρώην Προέδρου της Αρέθουσας, σχετικά με τις ζυμώσεις και την κινητοποίηση για τη δημιουργία καστανιώνα στην Αρέθουσα, κατά την περίοδο του Εμφύλιου, διατηρώντας ακέραια το γλαφυρό ύφος της προφορικής διήγησης:

«Από την Αμερική, μας εστείλανε, τότες, δύο χιλιάδες δολάρια, σαν ενίσχυση στο χωριό αυτό, να φτιάξομε κάτι που να αποδίδει. Γιατί, μετά την απελευθέρωση, είμασταν ούλοι ξυλάρμενοι…

Ημαζεύτημεν, λοιπόν, εκεί πάνω στο καφενείο, τι να κάμομε και έλεγε ο καθένας τις προτάσεις του. Άλλοι λέγανε να κάμομε μια κοπή από ζώα, από κατσίκια, από αιγοπρόβατα, ξέρω γω…. Α, αυτή η υπόθεση κράτησε κάνα δυο χρόνια, να παρθεί τελική απόφαση….

Ήρτανε οι εξόριστοι, εν τω μεταξύ, που χε΄ κόσμο επιστήμονες και επήγανε και κάνανε γνωμάτευση και το συμπέρασμα ήταν ότι όπου ευδοκιμεί η κουμαριά, ευδοκιμεί και η καστανιά… Ε, να φυτέψομε, λέει, καστανιές. Να κάμομε ένα συνεταιρισμό. Κι έγινε κιόλας ένα πρακτικό. Μα ο Φίλιππος τα ξέρει καλύτερα, τα θυμάται καλύτερα….ο συνεταιρισμός προέβλεπε όσοι δουλέψουν να΄χουν και μερίδιο, εκεί…

Ε, αλλά, τα δύο χιλιάδες δολάρια εν ηφτάνανε, ήτανε ψείρες, μπροστά στα μεροκάματα που χρειάστηκαν για να γίνουνε. Ε, και πια, αποφασίσαμε να κάμομε ο καθένας από είκοσι μεροκάματα απλήρωτα και είκοσι πληρωμένα-δέκα δραχμές είχε το μεροκάματο τότε

Ε, και ξεκινήσαμε ν΄ανοίγομε λάκκους…Α, ο γεωπόνος έκαμε μια περιχαράκωση κι έβαλε σημάδια, να ανοιχτούνε ζώνες… Ας είναι, έγινε η ρυμοτομία. Εκεί που ήτανε βράχος, κι εκεί βάλαμε. Εν ηφεύγαμε από τη στάφνη…

Τώρα, είχε, όπως ήτανε, ορισμένες ηλικιωμένες, η Παναγιώταινα, επάνω, η Αλισσαβώ, που ημπορούσανε ύστερα να πηγαίνουνε να ποτίζουνε… Υπήγαμε και πήραμε ένα τσουβάλι κάστανα από τις Ράχες… Είχε μια κλούβα η Γραμματικώ για τις κότες, συρμάτινη, και εκεά μέσα τα θάψαμε, να ξεφυτρώσουνε, να μην τα φάει ο ποντικός. Και πράγματι βγήκανε, φύτρωσαν. Και άμα φύτρωσαν, καμιά δεκαριά πόντοι, αρχίσαμε να φυτεύουμε – όλα ηπιάσανε. Όλα ηπιάσανε, αλλά, ε, ο κόσμος….Όπου ήτανε κοντά στους φράχτες, που΄ ταν τα περιβόλια, αυτοί που τα΄χαν, ηπηαίνανε και τα βγάλανε, για να μην σκιοδεντρούνε. Είχαμε και τέτοια….

Κι έτσι έγινε αυτός ο πνεύμονας, που είναι τώρα κάτι το σημαντικό και αξιοθέατο. Άλλωστε, ήτανε ένα κοτσορούμανο που κλαδίζονταν η γειτονιά αυτή, ναπούμε, κόβανε κλαδιά, δεν ήταν τίποτα. Ανάμματα και κάτι κουτσοκουμαρίδια…..

Α, το φράξαμε, εν τω μεταξύ. Πρώτα το φράξαμε. Γιατί ο  φράχτης ήταν κάτω, χαμηλά. Κάμαμε προέκταση του φράχτη.

Ε, βέβαια. Φράξαμε – εκατόν είκοσι στρέμματα ήτανε μονάχα το Καφάσι….Βάλαμε χίλια πεντακόσια δέντρα. Χίλια πεντακόσια δέντρα επί του δώδεκα, οι αποστάσεις, βρίσκειςΕ, καλά, να πουλιέται το κάστανο 2 –  όλη η αξία του είναι το δάσος….»

 

2) Παρέμβαση από παρευρισκόμενο στη διήγηση άτομο

 

Η αναβάθμιση σε καστανιώνα του «κοτσορούμανου» της Αρέθουσας εν μέρει με την απλήρωτη προσωπική εργασία

των κατοίκων – σε μια εποχή κυριολεκτικά «επί ξύλου κρεμάμενων» – όσο και η αντίληψη ότι «όλη η αξία του είναι το δάσος» αποτελεί, πιστεύουμε, μια σπάνια αξιακή υποθήκη για τη διαχείριση του περιβάλλοντος από τις νεότερες, μη «ξυλάρμενες» γενεές, ιδωμένη σε σχέση με τις προτεραιότητες της «βιώσιμης ανάπτυξης» που θέτει η εποχή μας και τις βασικές οικολογικές ιδέες που περιέχει για την προστασία και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος και απαιτώντας την συνεργασία όλων των πολιτών.

Το ίδιο θα λέγαμε «και η πολλή μέριμνα των προεστών αλλά και της τουρκικής εξουσίας», της οθωμανικής περιόδου, που αναφέρει ο ιστορικός του νησιού, Ι .Μελάς, μέριμνα που οφείλει να επιδείξει και η σημερινή Τοπική Αυτοδιοίκηση και κατά κύριο λόγο το σύγχρονο ελληνικό κράτος στο πλαίσιο του ρόλου που του αναθέτει το Ελληνικό Σύνταγμα για την προστασία του περιβάλλοντος και των σχετικών οδηγιών της Ε.Ε.

Η ως τώρα ανάπτυξη του νησιού, ακολουθώντας τα άναρχα ελλαδικά αστικά πρότυπα των «τσιμεντουπόλεων» και οι επικρατούσες συμπεριφορές φαίνεται να παρεμποδίζουν την ανάδειξη και αξιοποίηση των συγκριτικών περιβαλλοντικών και άλλων πλεονεκτημάτων.

Στις δεδομένες συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τις ιδιορρυθμίες του νησιού, το κλειδί

της διάσωσης του περιβάλλοντος φαίνεται να βρίσκεται

στην αναζήτηση και την εφαρμογή ενός άλλου αναπτυξιακού προτύπου. Ενός προτύπου όπως αυτού που

έχει προταθεί από εκπροσώπους της επιστημονικής κοινότητας, Ικάριους και φίλους του νησιού, «που να ταιριάζει στη φύση, την παραγωγική δυνατότητα και την

ίδια την κοινωνία της Ικαρίας» (Ημερίδα «Ποιο Μέλλον

Ταιριάζει στην Ικαρία;», 1995).

Το θέμα είναι ποιες από τις αναπτυξιακές επιλογές που μπορεί να προταθούν και να πιστοποιηθούν ως φιλικές για

το οικοσύστημα και τις δυνατότητες της Ικαρίας, είναι σε θέση να υποστηρίξει η ιδιωτική πρωτοβουλία, το ελληνικό κράτος και οι πολίτες, καθώς η έννοια της βιώσιμης

ανάπτυξης αν και αποτελεί βασικό στοιχείο των ευρωπαϊκών πολιτικών για το περιβάλλον, δεν έχει ακόμα εμπεδωθεί, και το ελληνικό κράτος σε όλη την κλίμακα της ιεραρχίας του, ως ατμομηχανή της αναπτυξιακής διαδικασίας και των διαδικασιών σύγκλισης ακολουθεί αγκομαχώντας ως «μεγάλος ασθενής», με αδικαιολόγητες στάσεις, χάσματα και ανακολουθίες.

Σε τελευταία ανάλυση, κρίσιμης σημασίας ζητήματα για την περιβαλλοντική προστασία της Ικαρίας φαίνεται να είναι σε ποιο βαθμό, με ποιους ρυθμούς και σε ποια προοπτική χρόνου μπορούν να αναχαιτηθούν οι διάφοροι ανασχετικοί παράγοντες των πολιτικών για το περιβάλλον, ώστε να εφαρμοστούν πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης, προτού φτάσει το νησί μας σε ανεπανόρθωτο σημείο κατάρρευσης του τοπικού οικοσυστήματος με αφετηρία το δάσος του Ράντη.                                        

 

                                                 


1[1] Φίλιππος Πορτέλλος.Επί σειρά ετών Πρόεδρος της Κοινότητας Αρέθουσας

Σχολιάστε